Ο Δήμος
Κερατσινίου – Δραπετσώνας είναι ίσως από τους πιο περιβαλλοντικά επιβαρυμένους
δήμους πανελλαδικά. Για δεκαετίες ολόκληρες η βιομηχανική ζώνη και πολλές ακόμα
δραστηριότητές επιβαρύνουν την περιοχή και τους κατοίκους της, ενώ ευρύτερα, το
αποτύπωμα άνθρακα της πόλης είναι τεράστιο λόγω των ρυπογόνων βιομηχανιών.
Χρειάζεται άμεσα ένα σχέδιο ολιστικής ανάπλασης της περιοχής, με επίκεντρο τον
άνθρωπο και το περιβάλλον.
Η παρούσα έκθεση
έχει σκοπό να θέσει τις βάσεις για ένα τέτοιο σχέδιο, συμπεριλαμβάνοντας πλήθος
προτάσεων, και συλλέγοντας πρώτα πληροφορίες από προηγούμενες μελέτες με
αντικείμενο την περιοχή. Αρχικά γίνεται μία αναφορά στην περιοχή και την
ιστορία της, έπειτα περιγράφονται εκτενώς όλες οι πτυχές της υπάρχουσας
κατάστασης, ακολούθως αποτυπώνονται το βασικό σκαρίφημα του σχεδίου, οι
επιμέρους προτάσεις και τέλος τα διάφορα πιθανά εργαλεία υλοποίησης.
<…>
Ο Δήμος
Κερατσινίου – Δραπετσώνας είναι Δήμος της περιφερειακής ενότητας της Β’ Πειραιά,
στην περιφέρεια Αττικής. Ο Δήμος προέκυψε από τη συνένωση των Δήμων Κερατσινίου
και Δραπετσώνας. Έχει έκταση 9,326 τ.χλμ, μόνιμο πληθυσμό 91.045 κατοίκους και
πυκνότητα πληθυσμού ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο 9.767,32 (απογραφή 2011), ενώ
αποτελεί τον 21ο δήμο της επικράτειας. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα της
Περιφέρειας Αττικής και συνορεύει ανατολικά με τους Δήμους Νίκαιας- Αγίου
Ιωάννη Ρέντη και Πειραιώς, δυτικά με το Δήμο Περάματος και βόρεια με το Δήμο
Χαϊδαρίου. Από άποψη γεωμορφολογικής φυσιογνωμίας εκτείνεται από την θάλασσα
και αναπτύσσεται σχεδόν κάθετα προς την παραλία συμπεριλαμβάνοντας και τμήμα
του ορεινού όγκου του Αιγάλεω.
Η αφετηρία της
οικιστικής ανάπτυξης της Δραπετσώνας και του Κερατσινίου τοποθετείται στις
αρχές του 20ου αιώνα. Εσωτερικοί μετανάστες από την Κρήτη και τη
Πελοπόννησο αναζητούν πρώτοι εργασία στις βιομηχανικές μονάδες της περιοχής. Οι
πρώτοι πρόσφυγες ήρθαν από την ανατολική Θράκη, ως πρόσφυγες του πρώτου παγκοσμίου
πολέμου, ενώ το 1915 εγκαταστάθηκε μια πρώτη ομάδα Αρμένιων προσφύγων στο
Κερατσίνι. Με τη Μικρασιατική καταστροφή η Δραπετσώνα μετασχηματίστηκε σε έναν
αυτοσχέδιο οικισμό προσφύγων από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο. Σκηνές και ξύλινα
παραπήγματα, άναρχα δομημένα, αποτέλεσαν τον αρχικό πυρήνα του συνοικισμού που
δημιουργήθηκε χωρίς μέριμνα από το Κράτος. Τα πρώτα χρόνια η έλλειψη κρατικής
μέριμνας ισοσκελίστηκε για μεγάλο μέρος του προσφυγικού πληθυσμού, όσο ήταν
αυτό εφικτό, από την επαγγελματική διέξοδο που προσέφερε η θάλασσα, το λιμάνι
και η λειτουργία των εργοστασίων. Παρόμοια είναι και η εξέλιξη του Κερατσινίου,
με την εγκατάσταση προσφύγων από χωριά της Μικράς Ασίας και του Πόντου στην
περιοχή της Αμφιάλης, στην Ανάσταση, στα Ταμπούρια και στη Χαραυγή.
Οι συνοικισμοί
της Δραπετσώνας και του Κερατσινίου συνέχιζαν να αντιμετωπίζουν πλήθος
προβλημάτων, τα οποία σχετίζονταν με την απουσία μέριμνας για τη μόνιμη
εγκατάσταση του προσφυγικού πληθυσμού. Η επέκταση του σχεδίου πόλης, ο
σταδιακός ηλεκτροφωτισμός κεντρικών σημείων των οικισμών, η διάνοιξη δρόμων
αποτέλεσαν τις πρώτες προσπάθειες για βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης, στα μέσα
της δεκαετίας του 1920. Ο προσφυγικός πληθυσμός δημιούργησε συλλόγους
επιχειρώντας να διεκδικήσει οργανωμένα καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και
παροχές. Οι πρώτες προσφυγικές κατοικίες που κατασκευάστηκαν στην περιοχή της
Ανάληψης και της Ανάστασης στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Παράλληλα με τους
συλλόγους, οι εργάτες στα εργοστάσια της περιοχής ίδρυσαν σωματεία και πραγματοποίησαν
σειρά κινητοποιήσεων και απεργιών τις δεκαετίες 1920 και 1930. Παράλληλα
ξεκίνησαν οι προσπάθειες για τη δημιουργία ανεξάρτητων Κοινοτήτων. Ο Δήμος
Ταμπουρίων συστάθηκε το 1934, ενώ δέκα μέρες αργότερα προσαρτήθηκε στον Δήμο ο
συνοικισμός Αγίου Γεωργίου Κερατσινίου και μεταφέρθηκε σε αυτόν η έδρα του
Δήμου. Το 1948 ο Δήμος Αγίου Γεωργίου μετονομάστηκε σε Δήμο Κερατσινίου.
Η Δραπετσώνα και
το Κερατσίνι προς το τέλος της δεκαετίας του 1930 άρχισαν να μετασχηματίζονται.
Οι δυο συνοικισμοί δεν ήταν πια ο χώρος όπου συγκεντρωνόταν το «κοινωνικό
περιθώριο», όπως στις αρχές του 20ου αιώνα,
ούτε μόνο οι «προσφυγούπολεις»
της προηγούμενης δεκαετίας. Είχαν μετατραπεί σε δυο εργατικές γειτονιές της
πόλης του Πειραιά, που έσφυζαν από ζωή και βρισκόταν στο επίκεντρο των
πολιτικών και ιδεολογικών ζυμώσεων της εποχής. Επιπλέον στον πληθυσμό της
προσθέτονταν συνεχώς εσωτερικοί
μετανάστες από την νησιωτική κυρίως Ελλάδα.
Όλα αυτά τα
χρόνια το στεγαστικό πρόβλημα παρέμεινε άλυτο και επιδεινώθηκε από τις καταστροφές
που προκάλεσε ο πόλεμος αλλά και από την εσωτερική μετανάστευση. Οι δυο
αυτόνομοι Δήμοι επιχείρησαν, ο καθένας ξεχωριστά τη δεκαετία του 1950 να
εισέλθουν σε μια διαδικασία αστικοποίησης, οικιστικής ρύθμισης και ανάπτυξης,
εμβάθυνσης των δομών τοπικής αυτοδιοίκησης και ανάπλασης των γειτονιών τους. Οι
κάτοικοι μέσω των προσφυγικών συλλόγων και του Δήμου διεκδικούσαν οικόπεδα και
δάνεια για την ανέγερση μονοκατοικιών, ο κρατικός μηχανισμός είχε στραφεί προς
τη λύση των πολυκατοικιών, όπου σε κάθε προσφυγική οικογένεια θα παραχωρούνταν
ένα διαμέρισμα. Στη Δραπετσώνα το γκρέμισμα των παραπηγμάτων ξεκίνησε ξαφνικά,
σύμφωνα με τους κατοίκους, χωρίς να υπάρχει οριστική συμφωνία το φθινόπωρο του
1960. Οι κάτοικοι αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, αντιστάθηκαν και
υπήρξε προσωρινή αναστολή οποιασδήποτε ενέργειας. Η δικτατορία της 21ης
Απριλίου 1967 που ακολούθησε, χωρίς χρονοτριβές γκρέμισε τα παραπήγματα και
ξεκίνησε την ανέγερση των πολυκατοικιών.
Στη
μεταπολίτευση η Δραπετσώνα και το Κερατσίνι δεν θύμιζαν τις παραγκουπόλεις του
παρελθόντος, το οικιστικό πρόβλημα μετά από μισό αιώνα είχε οριστικά λυθεί, με
το γκρέμισμα και των τελευταίων αυθαιρέτων στην περιοχή του Ταμπάκικου.
Παρέμενε όμως το πρόβλημα των εργοστασίων, της μόλυνσης και της υποβάθμισης,
που επέφερε και την αισθητή μείωση του αριθμού των μόνιμων κατοίκων. Προς αυτή
την κατεύθυνση επικεντρώθηκαν οι διεκδικήσεις των δημοτικών αρχών, χωρίς όμως
σημαντικά αποτελέσματα. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 το οριστικό κλείσιμο
του εργοστασίου Λιπασμάτων, παρότι ελάφρυνε το φορτίο της μόλυνσης και της
υποβάθμισης, δημιούργησε νέα προβλήματα, όπως η ανεργία και η περαιτέρω
υποβάθμιση της περιοχής, εξαιτίας των εγκαταλελειμμένων βιομηχανικών κτιρίων.
Η Δραπετσώνα και
το Κερατσίνι παραμένουν ταυτισμένες με την εργατική τάξη και την προσφυγιά, τις
λαϊκές αγωνίες και τους λαϊκούς αγώνες, τα εργοστάσια και τις παράγκες, ενώ
παρουσιάζουν έντονη δραστηριότητα πολυάριθμων πολιτιστικών και αθλητικών
συλλόγων που συνεχίζουν τη μακροχρόνια παράδοση. Η Δραπετσώνα και το Κερατσίνι
είναι παράδειγμα αρμονικής πολυπολιτισμικής περιοχής, αφού από τις αρχές του
19ου αιώνα και λόγω των μετέπειτα πολέμων άρχισαν να συσσωρεύονται και να
εγκαθίστανται ομογενείς πρόσφυγες από διάφορες περιοχές της χώρας ή του
εξωτερικού. Στη φυσιογνωμία της πόλης δεσπόζει η θάλασσα, ενώ τα μνημεία
βιομηχανικής κληρονομίας χαρακτηρίζουν το αστικό τοπίο. Η ακμή και η παρακμή
των εργοστασίων έθεσαν τα όρια μιας εποχής βιομηχανικής και οικονομικής
ανάπτυξης για την πόλη του Πειραιά, οι προσφυγογειτονιές της Δραπετσώνας και
του Κερατσινίου σύνδεσαν την ιστορία τους με την λειτουργία των εργοστασίων.
Σήμερα ένα αιώνα μετά τα απομεινάρια αυτής της ανάπτυξης δεσπόζουν στην πόλη
μας, θυμίζοντας την ιστορία και δείχνοντας το δρόμο προς το μέλλον με
σεβασμό στο παρελθόν και τις μνήμες των
ανθρώπων της πόλη μας.
Η φυσιογνωμία
του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας, όπως είναι εμφανές, χαρακτηρίζεται κυρίως
από τη λιμενοβιομηχανική ζώνη και την άναρχη δόμηση. Πιο συγκεκριμένα,
περιλαμβάνει:
·
Την ύπαρξη του Εμπορευματικού Λιμανιού του Πειραιά, που
έχει εθνική επιρροή.
·
Την εγκατάσταση Βιολογικού καθαρισμού λυμάτων στην
Ψυττάλεια
·
Τις εγκαταστάσεις της Δ.Ε.Η. (Άγιος Γεώργιος)
·
Τις εγκαταστάσεις χώρων μεταφορών και αποθηκεύσεων
(παραλιακής ζώνης ΟΛΠ)
·
Την εγκατάσταση της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης
·
Τη λιμενοβιομηχανική ζώνη της Δραπετσώνας
·
Τη θεσμοθετημένη περιοχή Προστασίας του όρους Αιγάλεω (Ν.
2742/1999 ΦΕΚ 207/Α/99)
Η παραπάνω
βιομηχανική ταυτότητα αποτυπώνει συγκεκριμένα προβλήματα σε όλη την έκταση του
δήμου, με μεγάλη επιβάρυνση για τον πολίτη. Πιο συγκεκριμένα, η περιοχή
χαρακτηρίζεται από υποβάθμιση που έχει πολλές διαστάσεις:
•
Το κυριότερο ίσως πρόβλημα της περιοχής είναι οι
περιβαλλοντικές και κυκλοφοριακές επιπτώσεις, που προκαλούνται από τις
λιμενοβιομηχανικές δραστηριότητες.
•
Η ύπαρξη εγκαταλελειμμένων κελυφών βιομηχανιών και
αποθηκών δημιουργούν αισθητικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους.
•
Οι μεγάλοι υπερτοπικοί οδικοί άξονες και οι βιομηχανικές
εγκαταστάσεις εμποδίζουν την πρόσβαση των κατοίκων στη θάλασσα και δημιουργούν
χωρικές ασυνέχειες.
•
Η περιοχή είναι πυκνοδομημένη με υψηλούς συντελεστές
δόμησης, λίγους ελεύθερους χώρους, ενώ δεν υπάρχουν ούτε επαρκείς χώροι
στάθμευσης.
•
Η συνύπαρξη ασύμβατων χρήσεων γης και κυρίως κατοικίας με
οχλούσες χρήσεις, όπως συνεργεία αυτοκινήτων και αποθήκες ενισχύει την
υποβάθμιση.
•
Η έλλειψη σύνδεσης της περιοχής με τα μέσα σταθερής
τροχιάς (Τραμ, Μετρό) δεν ευνοεί τη χρήση της δημόσιας συγκοινωνίας.
Στις αρχές του
20ου αιώνα (έως το 1930) δημιουργήθηκε το μέτωπο της δεύτερης γενιάς
εργοστασίων του Πειραιά. Μαζί με τις λιμενικές εγκαταστάσεις, η βιομηχανία εκτεινόταν
από την είσοδο του Προλιμένα μέχρι τον Άγιο Γεώργιο στο Κερατσίνι,
δημιουργώντας μια συμπαγή ζώνη μήκους 3 χιλιομέτρων περίπου σε άμεση επαφή με
τις περιοχές κατοικίας. Στη ζώνη αυτή, η Ανώνυμη Εταιρεία Χημικών Προϊόντων και
Λιπασμάτων (ΑΕΕΧΠΛ) ξεκίνησε τη λειτουργία της το 1909. Μέσα στο οικόπεδο της
εταιρείας αναπτύσσεται από το 1913 μέχρι και το 1935 ο συνοικισμός για το
εργατικό και υπαλληλικό προσωπικό. Στη διάρκεια της Κατοχής περιορίζει τη
λειτουργία της, αλλά ανακάμπτει μεσοπολεμικά με τη συνδρομή του σχεδίου Μάρσαλ.
Συνεχίζει να λειτουργεί δυναμικά μέχρι το 1984, οπότε δείχνει τα πρώτα σημάδια φθίνουσας
πορείας. Το 1993, το εργοστάσιο αποτελεί πλέον ιδιοκτησία της Εθνικής Τράπεζας.
Τελικά, το 1999, βάσει κοινής απόφασης του ΥΠΕΧΩΔΕ, του πρώην Δήμου Δραπετσώνας
και της Εθνικής Τράπεζας, το εργοστάσιο διακόπτει οριστικά τη λειτουργία του.
Στο παραλιακό μέτωπο της περιοχής Δραπετσώνας – Κερατσινίου, ο χώρος
καταλαμβανόταν επίσης από τις εγκαταστάσεις της τσιμεντοβιομηχανίας ΑΓΕΤ
Ηρακλής, το εργοστάσιο παραγωγής ρεύματος της ΔΕΗ, τις δεξαμενές καυσίμων και
ορυκτελαίων της ΒΡ, το εργοστάσιο παραγωγής γύψου, τα «ταμπάκικα» και τις
βιοτεχνίες επεξεργασίας δέρματος.
Το κλείσιμο του
εργοστασίου των λιπασμάτων άφησε πίσω του μια μεγάλη έκταση 245 στρεμμάτων και
ένα μεγάλο αριθμό βιομηχανικών εγκαταστάσεων. Οι 109 μονάδες κτισμένης
επιφάνειας 146.000 τετραγωνικών μέτρων συγκροτούσαν μία μεσοπολεμική
βιομηχανική πόλη. Από το σύνολο αυτό, το 70% είχε αξιολογηθεί ως άξιο για
διατήρηση. Τελικά όμως, λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, το Κεντρικό
Συμβούλιο Νεοτέρων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού κήρυξε διατηρητέες μόνο
τις πέντε. Πρόκειται για τα κτίρια του Υαλουργείου και της Ηλεκτρικής, την
Καμινάδα και το συγκρότημα των Σιλό. Η κατεδάφιση των υπόλοιπων εγκαταστάσεων
είχε ολοκληρωθεί μέχρι τον Αύγουστο του 2003.
Η νυν δημοτική
αρχή, με Δήμαρχο τον κο Κώστα Βρεττάκο, αξιοποίησε ίδια κεφάλαια του Δήμου για
να διαμορφώσει τον χώρο, ώστε να υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση στην παράκτια ζώνη,
παρόλο το ασαφές νομοθετικό πλαίσιο. Στην περιοχή διαμορφώθηκε ο “Πολυχώρος
Λιπασμάτων” με διαδρόμους περιπάτου και ποδήλατου, χώρους συναυλιών, καντίνες,
γήπεδα, παιδική χαρά και άλλα.
Οι εγκαταστάσεις
στην δυτική πλευρά της περιοχής λεηλατήθηκαν συστηματικά όλα αυτά τα χρόνια με
μόνα απομεινάρια την Καμινάδα, τα σιλό, το υαλουργείο, και το ηλεκτροστάσιο,
όπου απέμεινε το κουφάρι μιας ιστορικής ηλεκτρογεννήτριας του εργοστασίου. Στη
ανατολική έκταση της περιοχής βρίσκονται επίσης το κτίριο του Ινστιτούτου
Κανελλόπουλου, ο εμβληματικός Υδατόπυργος με διάφορες προτάσεις ανάπλασης και
εκμετάλλευσής του, καθώς και άλλα διατηρητέα.
Τα έργα
ανάπλασης έγιναν με απευθείας αναθέσεις και έκδοση προμηθειών, υπό ασαφές
καθεστώς χωρίς την διεξαγωγή των απαραίτητων μελετών. Το ακριβές κόστος των
έργων ανάπλασης τόσο για την επένδυση, όσο και για τα κόστη διαχείρισης,
συντήρησης και φύλαξης της περιοχής δεν είναι γνωστό και δεν έχει δημοσιευθεί.
Η έκταση που
χρησιμοποιήθηκε για την εν λόγω ανάπλαση είναι περίπου 90 στρέμματα. Συνολικά,
η έκταση της περιοχής καταλαμβάνει 650 στρέμματα. Πλησίον υπάρχουν παλιές
εγκαταστάσεις, που πλέον ανήκουν στην Εθνική Τράπεζα, έκτασης περίπου 250
στρεμμάτων.
Για την έκταση
της Εθνικής, έχει ξεκινήσει διαδικασία απαλλοτρίωσης, η οποία βρίσκεται σε
εξέλιξη. 80 στέμματα καταλαμβάνουν οι εγκαταστάσεις της Oil One και 100
στρέμματα οι εγκαταστάσεις της Lafarge, στις οποίες λειτουργεί κέντρο
διακομιδής τσιμεντοκονιών. Η Lafarge έχει σταματήσει εδώ και χρόνια την
παραγωγή τσιμέντου (χρησιμοποιούνται οι εγκαταστάσεις μόνο για
μεταφορά-αποθήκευση) και είχε επιδείξει θετική στάση για την μετεγκατάσταση
καθώς είχε γίνει και έναρξη συζητήσεων επί του θέματος, αντίθετα με την Oil One, η οποία κατέθεσε και αγωγή κατά
του Δημάρχου. Σημαντικοί φορείς εκμετάλλευσης στη περιοχή είναι επίσης ιδιώτες,
ΕΥΔΑΠ, ΔΕΗ με βασικότερο φορέα τον ΟΛΠ που διαθέτει τον έλεγχο και την
διαχείριση της παράκτιας ζώνης.
Η τελευταία
κυβερνητική εξαγγελία για την ανάπλαση έρχεται προεκλογικά δια στόματος του
Πρωθυπουργού κου Κωνσταντίνου Μητσοτάκη για την άμεση αξιοποίηση 200 στρεμμάτων
με τη δημιουργία Μητροπολιτικού Πάρκου και Πρότυπου Κέντρου Καινοτομίας, χωρίς
περαιτέρω διευκρινήσεις από τον ίδιο ή άλλα αρμόδια υπουργεία, όπως Υποδομών
και Ανάπτυξης. Κάθε προσπάθεια ανάλογη βέβαια θα χρειαστεί και την ενεργό
συμμετοχή του Δήμου τόσο διοικητικά όσο και τεχνοκρατικά.
Οι προτάσεις και
οι αγώνες για την άμεση ανάπλαση της περιοχής ξεκίνησαν από τους παράγοντες του
Δήμου Δραπετσώνας επί δημαρχίας κου Χατζόπουλου και ουσιαστικά επί κου Κώστα
Χρονόπουλου, που αποτελούσε έναν από τους βασικούς εκπρόσωπους του Δήμου στα
θέματα ανάπλασης. Το 2000 ξεκινάει και η πρόταση ένταξης της ανάπλασης από τον
Οργανισμό ρυθμιστικού σχεδίου και προστασίας περιβάλλοντος Αθήνας στο Ευρωπαϊκό
πρόγραμμα ”Terra Posidonia” που απευθυνόταν σε επιβαρημένες περιοχές παράκτιων
ζωνών της Μεσογείου και έγινε η αφορμή για την καταγραφή των χρήσεων γης και
προτάσεων για την αξιοποίηση της περιοχής.
Υπήρξαν διάφορες
συζητήσεις και διαδικασίες για την αξιοποίηση της περιοχής. Συγκεκριμένα, ο
Δήμος είχε προτείνει συντελεστή δόμησης ίσο με 0.4 – 0.6, βρίσκοντας απέναντί
του τους ιδιοκτήτες των εκτάσεων, οι οποίοι ζητούσαν τον συντελεστή να
κυμαίνεται στο 1.2 – 1.4, ενώ διαφαίνονταν ήδη οι επιπτώσεις στην οικοδομική
ανάπτυξη της περιοχής. Αναφέρεται, ότι σε 2η φάση κατεδαφίστηκαν κάποιες
ενδιαφέρουσες αρχιτεκτονικά εγκαταστάσεις το 2003, αφού η περιοχή είχε ήδη
απαξιωθεί και αποτελούσε μεγάλο υγειονομικό πρόβλημα.
Ουσιαστικά, στα
τέλη του 2004 τερματίζει η βαριά βιομηχανική δραστηριότητα στην περιοχή αυτή,
αφού είχε προηγηθεί και το κλείσιμο του εργοστασίου τσιμέντων και του
γυψάδικου. Στη συνέχεια κλείνει η βιομηχανία πετρελαιοειδών της BP, που είχε
δραστηριότητα πλησίον του εργοστασίου σε εγκαταστάσεις εντός της ζώνης
λιπασμάτων. Παράλληλα συνεχίζουν κάποιες δραστηριότητες από κατασκευαστικές εταιρείες
με εργασίες και ελλιμενισμό ειδικών σκαφών ναυτιλιακών έργων που βρίσκονται και
εκμεταλλεύονται την θαλάσσια περιοχή των λιπασμάτων έως σήμερα χωρίς ιδιαίτερες
περιβαλλοντικές ευαισθησίες.
Οι προσπάθειες
για την ανάπλαση μεταξύ όλων των εμπλεκομένων, συνεχίστηκαν μέχρι το 2010 επί
δημαρχίας Δραπετσώνας κου Αλέξανδρου Χρυσού σε συνεργασία με την γνωστή
φιλόλογο Πολυξένη Φωτίου, η οποία αφιέρωσε μεγάλο μέρος της ζωής της στην
γενικότερη πολιτιστική, κοινωνική και επιστημονική αναβάθμιση της περιοχή από το
1975 μέχρι σήμερα.
Με την μετέπειτα
εφαρμογή του Καλλικράτη συγχωνεύτηκε το Κερατσίνι με την Δραπετσώνα (Δημαρχεία
κου Λουκά Τζανή) και η υπόθεση της ανάπλασης φθίνει σταδιακά με αποκορύφωμα την
επίσημη πρόταση του δημάρχου για ανάγκη μελέτης ανάπτυξης της περιοχής των
λιπασμάτων μέσω κατασκευής υποδομών για Formula 1.
Ύστερα από
Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, παραχωρήθηκε προσωρινή άδεια λειτουργίας
στην Oil One μέχρι την έναρξη της ανάπλασης. Ενώ το αρχικό περιθώριο άδειας
λειτουργίας της Oil One ήταν 12 χρόνια, δόθηκε παράταση έως τα 20 χρόνια επί
κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Η συγκεκριμένη εγκατάσταση πρέπει να διαθέτει υψηλής
τεχνολογίας συστήματα για την ανάκτηση των ατμών και επεξεργασίας αποβλήτων,
βάσει ευρωπαϊκών και διεθνών προδιαγραφών.
Παράλληλα, το
έργο της παραλιακής μετώπης Δραπετσώνας προς τον ΟΛΠ που χρηματοδοτήθηκε από το
ΕΤΠΑ (Ευρωπαϊκό ταμείο περιφερειακής ανάπτυξης 2006-2010) απαξιώθηκε επειδή οι
υποδομές έχουν λεηλατηθεί, και ο χώρος αντί να φέρει κλιμακωτούς βραχόκηπους
που είχε αρχικά σχεδιαστεί, έχει γίνει πλέον σκουπιδότοπος, ενώ η πρόσβαση των
πεζών έχει κριθεί ακατάλληλη.
Ο Δήμος
Κερατσινίου – Δραπετσώνας ίσως είναι μία από τις πιο επιβαρυμένες
περιβαλλοντικά περιοχές εδώ και πολλές δεκαετίες, όπως είναι προφανές, λόγω της
βιομηχανικής της ιστορίας. Η επιβάρυνση της, ωστόσο, δεν έχει μεταβληθεί
ουσιαστικά. Ενώ έκλεισαν τα εργοστάσια των λιπασμάτων, που αποτελούσαν την
βασική πηγή ατμοσφαιρικής ρύπανσης της περιοχής, η πληθυσμιακή αύξηση και η
ευημερία του ευρύτερου Πειραιά ως ναυτιλιακού κέντρου αύξησε άλλες
επιχειρηματικές δραστηριότητες που επιβαρύνουν αθροιστικά το περιβάλλον της
περιοχής. Κύριες πηγές ρύπανσης της ατμόσφαιρας της περιοχής είναι:
·
Οι βιοτεχνίες που βρίσκονται μέσα στο αστικό κέντρο.
·
Οι λιμενικές δραστηριότητες.
·
Οι οδικές μεταφορές και η κυκλοφορία των οχημάτων.
·
Οι δραστηριότητες των εγκαταστάσεων πετρελαίου.
·
Οι εγκαταστάσεις της ΔΕΠΑ στο Σχιστό.
·
Η μονάδα μεταφόρτωσης απορριμμάτων στο Σχιστό.
·
Η λειτουργία του Κέντρου Επεξεργασίας Λυμάτων στην
Ψυττάλεια.
·
Οι εγκαταλελειμμένες εγκαταστάσεις των βιομηχανιών του
παραλιακού μετώπου.
Αναλυτικότερα, η
αύξηση της ναυτιλιακής κίνησης στο λιμάνι του Πειραιά, οι επενδύσεις της COSCO, η επένδυση της
Oil One για διαχείριση ναυτιλιακών αποβλήτων, η χρόνια διαρροή καυσίμων του
εργοστασίου της ΔΕΗ στο λιμανάκι Δραπετσώνας, οι διάφορες δραστηριότητες στις
ναυπηγοεπισκευαστικές ζώνες, η περιφερειακή οδός στην παραλιακή μετώπη της
Δραπετσώνας, η Ψυτάλλεια μέχρι και την βιομηχανική ζώνη Σκαραμαγκά, καθώς και
άλλες παράνομες και μη κατασκευαστικές και ναυτιλιακές δραστηριότητες, επιβαρύνουν
αθροιστικά τον ατμοσφαιρικό αέρα και τα θαλάσσια ύδατα.
Οι εγκαταστάσεις
της Oil One βρίσκονται σε απόσταση τετρακοσίων μέτρων από τον αστικό ιστό,
εντός μίας μεγάλης παραθαλάσσιας έκτασης, η οποία αποτελεί πρώην βιομηχανική
ζώνη. Παρότι βρίσκονται, ουσιαστικά, εντός της πόλης, λειτουργούν κανονικά, με
την οξείδωση λόγω της παρουσίας ρυπογόνων χημικών ουσιών στα όρια των
εγκαταστάσεων να είναι φανερή ακόμα και στους εξωτερικούς χώρους της
εγκατάστασης, ενώ η οσμή που προκαλούν τα βιομηχανικά αέρια απόβλητα να είναι
πολύ έντονη. Χαρακτηριστικά, η οσμή είναι τόσο έντονη που δημιουργεί σοβαρό
πρόβλημα στην καθημερινότητα των μόνιμων κατοίκων και των ανθρώπων που
δραστηριοποιούνται στην περιοχή. Υπάρχουν πέντε (5) σχολεία σε ακτίνα 400
μέτρων με το 5ο Γυμνάσιο Κερατσινίου στα 150μ και το 2ο Δημοτικό Δραπετσώνας
στα 200μ. Ειδικά τα δύο (2) πολύ κοντινά αυτά σχολεία έχουν φτάσει στο σημείο
να μην επιτρέπουν στους μαθητές να βγαίνουν στον προαύλιο χώρο για διάλλειμα. Συνεπώς,
δημιουργούνται έντονοι προβληματισμοί για την υγεία των κατοίκων. Ανάλογα τις
καιρικές συνθήκες (κατεύθυνση ανέμου – θερμοκρασία) η οσμή γίνεται αισθητική σε
πολλά σημεία των περιοχών Δραπετσώνας, Ευγένειας, Ταμπουριών και Αμφιάλης.
Για το εν λόγω
ζήτημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, στην περιοχή Δραπετσώνας-Κερατσινίου
εφαρμόστηκε πρόγραμμα παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα από το ΕΚΕΦΕ
«Δημόκριτος», χρηματοδοτήθηκε από την Περιφέρεια Αττικής και πραγματοποιήθηκε
το διάστημα Φεβρουαρίου-Οκτωβρίου 2019. Διεξήχθησαν μετρήσεις σε πέντε σημεία
και σε ακόμα τέσσερα σημεία στην περιοχή της Ελευσίνας. Οι ερευνητές κατέγραψαν
αιωρούμενα μικροσωματίδια (ΡΜ 2,5), πτητικές οργανικές ενώσεις (οσμηρές ή μη),
διοξείδιο του θείου (SO2), μονοξείδιο του άνθρακα (CΟ), διοξείδιο του αζώτου
(ΝΟ2). Η έρευνα έδειξε ότι κύρια πηγή των αιωρούμενων μικροσωματιδίων στην
περιοχή Δραπετσώνας-Κερατσινίου είναι οι δευτερογενώς σχηματιζόμενοι ρύποι.
Ακολουθούν η βιομηχανία, η κίνηση οχημάτων, η επαναιώρηση σκόνης από το έδαφος
και το οδόστρωμα και οι εκπομπές των πλοίων. Για τις οσμές που παρατηρούνται
στην περιοχή, ορισμένες θειούχες ενώσεις (βουτυλομερκαπτάνη, μεθυλομερκαπτάνη,
θειοφαίνια κ.ά.) και αρωματικές πτητικές οργανικές ενώσεις (βενζόλιο,
τολουόλιο, ξυλόλια, κυκλοεξάνιο, εννεάνιο, ισοπροπυλοβενζόλιο και στυρένιο)
παρατηρούνται σε πολύ υψηλότερες συγκεντρώσεις. Όλες συνδέονται με την
επεξεργασία πετρελαιοειδών: «Οι μερκαπτάνες είναι συστατικά του ακατέργαστου
πετρελαίου και του φυσικού αερίου και έχουν ισχυρή, δυσάρεστη οσμή. Το
ισοπροπυλοβενζόλιο ή αλλιώς κουμένιο είναι ένα φυσικό συστατικό του αργού
πετρελαίου και μπορεί να απελευθερωθεί στο περιβάλλον από διάφορες
ανθρωπογενείς πηγές, συμπεριλαμβανομένων των επεξεργασμένων καυσίμων
υδρογονανθράκων», αναφέρει η έκθεση του «Δημόκριτου». Η συσχέτιση των οσμηρών
χημικών ενώσεων με το προφίλ του ανέμου αποδεικνύουν την παρουσία της πηγής σε
μικρή απόσταση από την περιοχή ανάπλασης, ενισχύοντας τις αιτιάσεις του Δήμου
για τη συγκεκριμένη βιομηχανία. Τα αποτελέσματα της μελέτης επιβεβαιώνει
δεύτερη μελέτη που έγινε από το ΑΠΘ, στα πλαίσια ερευνητικής του
δραστηριότητας.
Στα παραπάνω
δεδομένα των περιμετρικών βιομηχανιών προστίθεται η ύπαρξη μιας επικίνδυνης
ουσίας «φωσφογύψος» που έχει ενταφιαστεί σε χώρους της περιοχής των λιπασμάτων
και ποτέ δεν απομακρύνθηκαν. Ο φωσφογύψος μπορεί να προκαλέσει προβλήματα
υγείας σε ανθρώπους που ζουν σε περιοχές κοντά στα αποθέματα φωσφογύψου ή ακόμη
και την αυξημένη έκθεση σε ραδόνιο. Οι οδηγίες της ΕΕΑΕ (Εθνική Επιτροπή
Ατομικής Ενέργειας) είναι η κάλυψη με χώμα των ακάλυπτων εναποθέσεων φωσφογύψου
και δεν επιτρέπεται η οικοδόμηση οικημάτων επί της εναπόθεσης φωσφογύψου
(καλυμμένης ή ακάλυπτης), χωρίς την έκδοση ειδικής άδειας από την ΕΕΑΕ.
Η περιφερειακή
οδός που εκτείνεται κατά μήκος του λιμανιού του Πειραιά από την Πυροσβεστική
μέχρι το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας (περιοχή Δραπετσώνας), δεν έχει
συντηρηθεί ορθά και τα ηχοπετάσματα που είχαν αρχικά τοποθετηθεί έχουν
βανδαλιστεί και λεηλατηθεί, με αποτέλεσμα η συγκεκριμένη οικιστική περιοχή να
επιβαρύνεται με μεγάλη ηχορύπανση τόσο από τα διερχόμενα οχήματα όσο και από τα
ελλιμενιζόμενα πλοία.
Η απουσία
συνδυασμένου πολεοδομικού και κυκλοφοριακού σχεδιασμού είναι η βασική αιτία των
προβλημάτων δόμησης που αντιμετωπίζει σήμερα ο Δήμος Κερατσινίου – Δραπετσώνας,
αλλά και άλλες μεγάλες περιοχές της χώρας. Τα προβλήματα αυτά, όχι μόνο δεν
επιτρέπουν την ανάπτυξη της περιοχής, αλλά οδηγούν και στην υποβάθμιση της ζωής
των κατοίκων της.
Τα κυριότερα
προβλήματα δόμησης του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας είναι τα εξής:
·
Ασφυκτικά κτισμένος αστικός ιστός
·
Έλλειψη ελεύθερων και κοινόχρηστων χώρων
·
Έλλειψη και προβλήματα στα δίκτυα υποδομής
·
Ύπαρξη διάσπαρτων οχλουσών και ρυπογόνων δραστηριοτήτων
·
Έλλειψη πρόσβασης των κατοίκων της περιοχής προς τη
θάλασσα
·
Κυκλοφοριακός φόρτος
·
Απουσία σύνδεσης της περιοχής με τα μέσα σταθερής τροχιάς
·
Έλλειψη χώρων στάθμευσης
·
Ύπαρξη αυθαιρέτων
·
Ύπαρξη εγκαταλελειμμένων κελυφών βιομηχανιών και αποθηκών
Το Κερατσίνι και
η Δραπετσώνα αντιμετωπίζουν σημαντικό πρόβλημα εντός του αστικού ιστού, κυρίως
λόγω της έλλειψης πολεοδομικού σχεδιασμού. Ένα μεγάλο τμήμα του δήμου
δημιουργήθηκε χωρίς σχέδιο, με αυθαίρετη δόμηση και χρήσεις γης με την έλευση
των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής. Η άναρχη δόμηση που ακολουθήθηκε
για την κατασκευή των προσφυγικών κατοικιών από το κράτος, η οποία και
νομιμοποιήθηκε εκ των υστέρων, ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τη σημερινή κατάσταση.
Η μη απόδοση εισφοράς σε γη είχε ως αποτέλεσμα την απουσία κοινόχρηστων και κοινωφελών
χώρων. Επιπρόσθετα, οι υψηλοί συντελεστές δόμησης που εμφανίζονται στην περιοχή
έχουν δημιουργήσει το γνωστό πρόβλημα των κορεσμένων προαστίων της πρωτεύουσας.
Για το Δήμο Κερατσινίου – Δραπετσώνας ο συντελεστής δόμησης είναι 2,6, ενώ κατά
το παρελθόν είχε δοθεί μέχρι και 3, καθιστώντας την περιοχή ιδιαίτερα
πυκνοδομημένη. Επιπλέον, η αυθαίρετη δόμηση είχε ως συνέπεια τη γειτνίαση
ασύμβατων χρήσεων γης. Σε κεντρικές περιοχές του δήμου συνυπάρχουν εμπορικές δραστηριότητες,
δημόσιες υπηρεσίες, συνεργεία αυτοκινήτων και κατοικίες. Οι ώρες λειτουργίας
των χρήσεων αυτών είναι κοινές, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι κυκλοφοριακές
ανάγκες. Συμπληρωματικά, η ύπαρξη βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων
κοντά στις κατοικίες δημιουργεί οχλήσεις, οι οποίες καταστρέφουν την ησυχία,
που είναι απαραίτητη για μία γειτονιά.
Η έλλειψη
κοινόχρηστων και ελεύθερων χώρων είναι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του
δήμου. Η αναλογία πρασίνου είναι από τις χαμηλότερες σε ολόκληρη την Αττική
και, σε συνδυασμό με την έλλειψη δημόσιων χώρων, το πρόβλημα γίνεται χειρότερο.
Τα περισσότερα οικοδομικά τετράγωνα είναι κτισμένα και το πράσινο περιορίζεται
σε λίγα πάρκα και πλατείες, όπου τις περισσότερες φορές είναι παραμελημένα. Η φύτευση
και οι πρασιές που πλαισιώνουν τους οδικούς άξονες κατά μήκος των πεζοδρομίων
είναι περιορισμένες και, όπου υπάρχουν, είναι σε άσχημη κατάσταση.
Ένα σημαντικό
πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο δήμος, αλλά και η ευρύτερη περιοχή είναι το
κυκλοφοριακό. Το πρόβλημα δεν υφίσταται μόνο στο κέντρο του Κερατσινίου και της
Δραπετσώνας, αλλά σε ολόκληρη την έκταση του δήμου. Η έλλειψη κυκλοφοριακού
σχεδιασμού έχει ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση της ποιότητας του αστικού
περιβάλλοντος. Το κύριο αίτιο του προβλήματος είναι η δομή του οδικού δικτύου,
το οποίο σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις σύγχρονες
απαιτήσεις για εξυπηρέτηση των αναγκών των κατοίκων και των οικονομικών δραστηριοτήτων.
Τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του δρόμου δεν μπορούν να καλύψουν τις
κυκλοφοριακές ανάγκες, ενώ οι θέσεις στάθμευσης εκτός οδού είναι ανεπαρκείς.
Παρ’ όλο που οι περισσότεροι δρόμοι είναι μονής κυκλοφορίας, το πολύ μικρό
πλάτος των οδών δυσχεραίνει την κυκλοφορία. Η ύπαρξη των λιμενικών και
βιομηχανικών εγκαταστάσεων, σε συνδυασμό με τις εμπορικές δραστηριότητες που
λαμβάνουν χώρα στο Δήμο Κερατσινίου – Δραπετσώνας, επιβάλλουν έντονες
κυκλοφοριακές ροές φορτηγών και άλλων βαρέων οχημάτων μέσα από το οδικό δίκτυο
της περιοχής. Η κυκλοφορία τέτοιου είδους οχημάτων προκαλεί, εκτός από μόλυνση
του αέρα λόγω καυσαερίων και ηχορύπανση, η οποία διαταράσσει ακόμη περισσότερο
την ησυχία στις γειτονιές.
Η αστική και η
δημοτική συγκοινωνία, βρίσκεται μεν σε καλό επίπεδο, αλλά δεν είναι πλήρως
ικανοποιητική για τους κατοίκους του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας. Οι
μετακινήσεις προς Αθήνα και Πειραιά βρίσκονται σε καλό επίπεδο, όμως οι
διαδρομές με κατεύθυνση βορρά – νότο εντός του δήμου αντιμετωπίζουν πρόβλημα.
Οι περισσότερες από τις συγκοινωνιακές γραμμές διέρχονται από τους οδικούς
άξονες Λεωφ. Γρ. Λαμπράκη, Λεωφ. Σαλαμίνας – Πέτρου Ράλλη και Λεωφ.
Δημοκρατίας, ενώ είχαν σχεδιαστεί για τους δύο πρώην Δήμους Κερατσινίου και
Δραπετσώνας ξεχωριστά. Επιπρόσθετα, η δημοτική συγκοινωνία όμως δεν είναι πολύ
αξιόπιστη εξαιτίας της αραιής συχνότητας των δρομολογίων της.
Πάντως, το
σημαντικότερο πρόβλημα της δημόσιας συγκοινωνίας του Δήμου Κερατσινίου –
Δραπετσώνας παραμένει η μη ένταξη της περιοχής στο σύγχρονο μεταφορικό δίκτυο
του ΜΕΤΡΟ, ΤΡΑΜ και Ηλεκτρικού Σιδηρόδρομου.
Σημαντικά
προβλήματα αντιμετωπίζουν και οι πεζοί. Αυτά κατά κύριο λόγο οφείλονται στα
μικρού πλάτους πεζοδρόμια, τα οποία λόγω των φυσικών και τεχνητών εμποδίων δεν
είναι εύκολα προσπελάσιμα. Τα δίκυκλα οχήματα σταθμεύουν πάνω στα πεζοδρόμια ,
οι πινακίδες εμποδίζουν το περπάτημα, ενώ στις διασταυρώσεις δεν υπάρχουν
φωτεινοί σηματοδότες για την ασφαλή μετακίνηση των κατοίκων.
Ακόμη, οι
πεζοδρομήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί γύρω από σχολεία και σε μικρούς δρόμους
έχουν μόνο τοπικό χαρακτήρα, χωρίς να εντάσσονται σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο,
που να συνδέει τις γειτονιές του δήμου με ελεύθερους, κοινόχρηστους και
κοινωφελείς χώρους.
Δυστυχώς, την
εποχή εκείνη δεν υπήρχαν κανονισμοί θερμομόνωσης με αποτέλεσμα ακόμα και σήμερα
το μεγαλύτερο από το 70% του κτιριακού δυναμικού να παραμένει χωρίς
θερμομόνωση, στοιχειώδεις υποδομές θερμοδιακοπτόμενων πορτοπαραθύρων, υποδομές
κεντρικής θέρμανσης και Ζεστού Νερού Χρήσης (ΖΝΧ).
Επειδή κατά βάση
η περιοχή κατοικείται από εργατικό δυναμικό, είναι πρακτικά αδύνατο τα σημερινά
νοικοκυριά να χρηματοδοτήσουν και να εναρμονιστούν με τις σύγχρονες
τεχνολογικές απαιτήσεις, τόσο στην ενεργειακή αναβάθμιση των κτιριακών υποδομών
όσο και στις υποδομές θέρμανσης, κλιματισμού και ΖΝΧ. Για το λόγο αυτό, η
περιοχή Κερατσινίου – Δραπετσώνας θεωρείται περιοχή όπου το μεγαλύτερο ποσοστό
του πληθυσμού έχει περιέλθει στη δίνη της ενεργειακής φτώχειας. Επίσης διαπιστώθηκε,
με αφορμή την περίοδο της πανδημίας του κορωνοϊού, ότι τουλάχιστον το 15% των
μαθητών δεν είχαν πρόσβαση στο διαδίκτυο.
Οι υψηλές
πολυκατοικίες που κτίστηκαν με αντιπαροχή στην παραλιακή μετώπη δημιούργησαν
ένα τείχος στον πνεύμονα της πόλης αλλάζοντας δραματικά το βιοκλίμα της
περιοχής εμποδίζοντας την θαλάσσια και την απόγειο αύρα. Αναμένεται δε τα
επόμενα χρόνια μία επιπρόσθετη επιβάρυνση του οικιστικού ιστού, αφού διάφορες
πολυεθνικές εταιρείες στον τομέα του Real Estate αναζητούν ακίνητα σε χαμηλή
προσφορά λόγω κρίσης, προσδοκώντας μέσα από τις πολιτικές εξαγγελίες για
ανάπλαση της ευρύτερης περιοχής και την εκμετάλλευση της υπεραξίας που θα
δημιουργηθεί.
Ακόμη ένα
πρόβλημα της περιοχής είναι η ύπαρξη του Νεκροταφείου της Αναστάσεως μέσα στον
οικιστικό ιστό της πόλης. Η παραμονή του νεκροταφείου αντιτίθεται στους κανόνες
δημόσιας υγείας και αισθητικής, ενώ αποτελεί και μία εστία μόλυνσης για την
ευρύτερη περιοχή. Με την ίδρυση του Κοινού Νεκροταφείου Δήμων Πειραιά στο
Σχιστό του Όρους Αιγάλεω όλοι οι δήμοι της περιοχής συμφώνησαν να κλείσουν τα
νεκροταφεία που λειτουργούσαν μέσα στις πόλεις τους, γεγονός που βρίσκει ακόμη
αντιδράσεις στο Δήμο Κερατσινίου – Δραπετσώνας.
<…>
Άλλη μία
σημαντική πηγή μόλυνσης αποτελεί το Κέντρο Επεξεργασίας Λυμάτων, του οποίου οι
διεργασίες πραγματοποιούνται στον Ακροκέραμο και τη νήσο Ψυττάλεια. Η παραμονή
της οργανικής λάσπης των λυμάτων στο νησί προκαλεί συχνά δυσάρεστες οσμές σε ολόκληρη
την περιοχή, ενώ σε περιπτώσεις έντονων βροχοπτώσεων τα απόβλητα διαχέονται στο
θαλάσσιο περιβάλλον.
<…>
Στο Δήμο
Κερατσινίου – Δραπετσώνας απουσιάζουν οι χώροι φυτεμένου πράσινου μέσα στον
οικιστικό ιστό, με αποτέλεσμα την επιπρόσθετη επιβάρυνση της ατμόσφαιρας από
την παραγωγή ρύπων και τη μεταφορά ρύπων από το Θριάσιο πεδίο. Επιπλέον , το
όρος Αιγάλεω, λόγω της ελάχιστης βλάστησης, δεν συνεισφέρει στη βελτίωση του
αστικού κλίματος.
<…>
Νέες
σχεδιαζόμενες περιβαλλοντικές επιβαρύνσεις: Συζητείται το μπάζωμα της θάλασσας
στον Αι-Γιώργη και η δημιουργία χώρου εμπορευματοκιβωτίων, μίας δραστηριότητας
που θα γίνεται μέσα στον οικιστικό ιστό 24 ώρες το 24ωρο και θα δημιουργήσει ηχορύπανση
και φωτορύπανση. Επιπλέον, συζητείται η δημιουργία car Terminal μπροστά από την
ΔΕΗ, πιέζοντας ακόμα περισσότερο την κυκλοφοριακή φόρτιση της περιοχής και
παραμένει ανοιχτό το θέμα της δημιουργίας εργοστασίων επεξεργασίας απορριμμάτων
και βιοαποβλήτων (στο Σχιστό), συγκεντρώνοντας η περιοχή μαζί με την Φυλή, όλο
το περιβαλλοντικό βάρος του Λεκανοπεδίου της Αττικής.
<…>
Στην πόλη του
Αμβούργου, μια μεγαλόπνοη αστική ανάπλαση ξεκίνησε την τελευταία δεκαετία.
Πρόκειται για το έργο «HafenCity», το οποίο αποσκοπεί στον επαναπροσδιορισμό
χρήσης λιμενικών εγκαταστάσεων έκτασης 1.570 στρεμμάτων, που κατά το 19ο
αιώνα αποτελούσαν χώρους υποδοχής της έντονης βιομηχανικής ανάπτυξης, αλλά είχαν
πια παρακμάσει. Το πρόγραμμα αυτό μπορεί, ως ένα βαθμό, να παρομοιαστεί με τις
παρεμβάσεις στα Docklands του Λονδίνου. Οι σημαντικότερες κεντρικές ιδέες είναι
οι εξής :
i.
Η διατήρηση της ιστορικότητας του τόπου ως βασικό
στοιχείο για τη μελλοντική ταυτότητα της νέας συνοικίας.
ii.
Η πολύπλευρη και μικτή δομή εκμετάλλευσης.
iii.
Το αυριανό κέντρο της πόλης θα έχει εκτός από τις
παραδοσιακές λειτουργίες, μία σαφώς υψηλότερη ποιότητα κατοικίας, διαμονής και
ελεύθερου χρόνου.
iv.
Η πόλη χρειάζεται μία ιεράρχηση των χώρων, δηλαδή
κεντρικές και λιγότερο κεντρικές εγκαταστάσεις, εντυπωσιακά και διακριτικά
κτίρια, ανοικτούς και πυκνοδομημένους χώρους, καθώς και τελείως ελεύθερους
χώρους.
v.
Οι όροι «οικονομική, οικολογική και κοινωνική
σταθερότητα» δεν είναι απλώς όροι της μόδας, αλλά πρέπει να αποτελούν τις
βασικές πολεοδομικές αρχές του μέλλοντος.
vi.
Η ταύτιση των ανθρώπων με την πόλη δεν ακολουθεί μόνο
λογικά κριτήρια, αλλά επηρεάζεται έντονα και από συναισθηματικούς παράγοντες.
vii.
Η νέα συνοικία του λιμανιού θα πρέπει να αναπτυχθεί ως
μέρος του ήδη υπάρχοντος κέντρου της πόλης και στενά συνδεδεμένη περιοχή με τις
γειτονικές συνοικίες.
Από χωροταξική
άποψη ο πολεοδομικός στόχος είναι η σύνδεση του λιμανιού με το σημερινό κέντρο,
ενώ εξασφαλίζει και τον σαφή προσανατολισμό του, τόσο ως προς τους δρόμους, όσο
και ως προς τη θέα από τις όχθες του ποταμού ως το ιστορικό κέντρο της πόλης.
Η «HafenCity»
έχει έκταση περίπου 1.550 στρ., από τα οποία τα 550 είναι υδάτινη επιφάνεια και
τα υπόλοιπα χερσαία. Η δομούμενη έκταση είναι 600 στρέμματα, ενώ η συνολική
δόμηση φθάνει τα 1,8 εκατομμύρια τετραγωνικά μέτρα. Από την άποψη των χρήσεων
και πέραν των προϋφιστάμενων και μερικώς λειτουργούντων αποθηκευτικών χώρων στη
ζώνη με την επωνυμία «Speichestadt», συναντάμε μία ανάμειξη γραφειακών και
εμπορικών χώρων, που θα προσφέρουν 40.000 νέες θέσεις εργασίας, ενώ θα
αναγερθούν και 5.500 κατοικίες για στέγαση περίπου 12.000 κατοίκων.
Επιπλέον,
προβλέπεται μία δυναμική παρουσία του πολιτισμού με την ύπαρξη α) της νέας
φιλαρμονικής του ποταμού Έλβα (Elbphilarmonie), που θα κτισθεί πάνω στην
ταράτσα υφιστάμενου κτιρίου αποθηκών και θα έχει συνολική δόμηση 50.000
τετραγωνικών μέτρων, β) του Διεθνούς Ναυτικού Μουσείου Αμβούργου έκτασης 14.000
τετραγωνικών μέτρων, γ) του Ενυδρείου (6.000 τ.μ.) και δ) του Κέντρου Επιστημών
με έκταση 8.000 τετραγωνικά μέτρα.
Με το
πολεοδομικό σχέδιο γίνεται προσπάθεια να αποφευχθούν λάθη που οφείλονται τόσο
στην έλλειψη κατανόησης των νέων αναπτυξιακών τάσεων που δημιουργούνται μετά
από λίγο καιρό, όσο και στην αντίληψη της πόλης ως μια αυθαίρετη πρόσθεση
κτιρίων χωρίς σχεδιαστικό προγραμματισμό.
Η σημερινή
πραγματικότητα επιβάλλει μία σειρά σύγχρονων προκλήσεων που ξεπερνούν κατά πολύ
τα παραδοσιακά διλήμματα της πολιτικής. Πέρα από την πανδημία του κορονοϊού και
τη διαχείριση της, που αν και αποτελεί έκτακτη συνθήκη έχει συνδεθεί με όλους
τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας, η 4η Βιομηχανική
Επανάσταση, η τεχνολογική πρόοδος, η Κλιματική Αλλαγή και η πρόκληση της
ανάσχεσης της είναι επίσης ορισμένα κρίσιμης σημασίας ζητήματα που απασχολούν όλο
και περισσότερο τις κοινωνίες στο σήμερα, οδηγώντας τα κράτη να προσαρμοστούν
σε αυτά τα νέα δεδομένα. Η τοπική αυτοδιοίκηση δεν θα μπορούσε σε όλα αυτά τα
επίπεδα να μην διαδραματίζει κομβικό ρόλο για την προστασία του πολίτη και την
αναβάθμιση της τοπικής κοινωνίας. Κομβικό ρόλο στη νέα αυτή εποχή πράσινης
μετάβασης διαδραματίζει η έννοια της βιωσιμότητας ως προαπαιτούμενο για την
οργάνωση των Δήμων και των Περιφερειών. Συνεπώς, οποιοδήποτε ολοκληρωμένο
σχέδιο τοπικής αυτοδιοίκησης θα πρέπει υποχρεωτικά να περιλαμβάνει τις έννοιες
της περιβαλλοντικής και ενεργειακής αναβάθμισης.
Ο Δήμος
Κερατσινίου – Δραπετσώνας, από τη συγκεκριμένη σκοπιά, δεν είναι απλά ακόμα
ένας Δήμος στην ελληνική επικράτεια. Ίσως είναι ο Δήμος που θα πρέπει να
αποτελεί τον πυρήνα των συζητήσεων που θέλουν μία βιώσιμη προοπτική, καθώς η
κακομεταχείριση της περιοχής εδώ και δεκαετίες, με ρυπογόνες βιομηχανίες δίπλα
στον οικιστικό ιστό και προβληματικό πολεοδομικό σχεδιασμό, επιβάλλει άμεσες
και αποτελεσματικές παρεμβάσεις στην κατεύθυνση της πράσινης ανάπτυξης.
Ένα ολιστικό
σχέδιο περιβαλλοντικής και ενεργειακής αναβάθμισης θα πρέπει να στοχεύει στην συνολική
μείωση του περιβαλλοντικού και ενεργειακού αποτυπώματος της περιοχής, στα
πρότυπα των διεθνών συμβάσεων και των εθνικών δεσμεύσεων για μείωση των ρύπων.
Ένας τέτοιος στόχος υπηρετεί φυσικά και τον πολίτη:
1.
Βελτίωση της υγείας των πολιτών που ακόμα και σήμερα
εκτίθενται στη ρυπογόνο ατμόσφαιρα της περιοχής, και σταδιακή βελτίωση στην
ποιότητα ζωής τους.
2.
Καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας, με φτηνή
ενέργεια για όλους και εύκολη πρόσβαση σε εργαλεία ενεργειακής αναβάθμισης.
3.
Μείωση των λειτουργικών εξόδων του Δήμου και
σημαντική εξοικονόμηση πόρων ανά κάτοικο, μετακυλίοντας τη σε ελαφρύνσεις ή
δημοτικές παροχές.
Η υλοποίηση ενός
τέτοιου φιλόδοξου σχεδίου, προϋποθέτει πολιτική βούληση και ένα σύνολο
χρηματοδοτικών εργαλείων. Το σχέδιο περιλαμβάνει τα εξής 6+1 σημεία
παρέμβασης:
1.
Ανάπλαση της Λιμενοβιομηχανικής ζώνης της
Δραπετσώνας, και προτάσεις για όλες τις εμπλεκόμενες βιομηχανίες και
τους χώρους της περιοχής (Λιπάσματα, COSCO, ΔΕΗ κλπ):
Σκοπός είναι η ελαχιστοποίηση των βιομηχανικών ρύπων, των θορύβων και των
πρόσθετων ρυπογόνων δραστηριοτήτων.
2.
Ανάπλαση της περιοχής του όρους Αιγάλεω μαζί με όμορους
Δήμους, με δενδροφυτεύσεις και εξυγίανση του υπεδάφους, στο πλαίσιο μίας
ολιστικής μελέτης που ίσως μπορεί να αξιοποιήσει για άρδευση τις τεράστιες
ποσότητες νερού της Ψυττάλειας. Στόχος είναι η αντιστάθμιση των παραγόμενων
ρύπων με φυσικές καταβόθρες άνθρακα σε
τοπικό επίπεδο και συνεπώς η βελτίωση του μικροκλίματος.
3.
Πολεοδομική ανάπλαση, κυκλοφοριακές παρεμβάσεις στο
πλαίσιο της βιώσιμης αστικής κινητικότητας και ενίσχυση των χώρων πρασίνου. Στόχος είναι
αφενός να ενδυναμωθεί το στοιχείο της γειτονιάς στο Δήμο, να αντιμετωπιστεί το
κυκλοφοριακό πρόβλημα, να δημιουργηθούν δημόσιοι χώροι για τον πολίτη
(πλατείες, πάρκα κλπ), σε ένα ήσυχο περιβάλλον, και αφετέρου η ανάπλαση με
όρους βιωσιμότητας και περιβαλλοντικής αναβάθμισης, στοχεύοντας στην υγεία του
πολίτη και στη βελτίωση του επιπέδου ζωής του.
4.
Ενεργειακή αναβάθμιση της περιοχής, τόσο σε
επίπεδο δημοτικής δραστηριότητας, όσο και στο επίπεδο του πολίτη, σε μία
προσπάθεια καταπολέμησης της ενεργειακής φτώχειας. Προτεραιότητα του Δήμου μας
στην αναβάθμιση δημόσιων κτιρίων και υποδομών (εξοικονόμηση πόρων ανά κάτοικο),
και η ενίσχυση σε πολίτες για την ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών τους.
5.
Ενίσχυση πρωτοβουλιών στην παραγωγή ενέργειας, μέσω της
δημιουργίας ενεργειακών κοινοτήτων με τη συμμετοχή πολιτών, και η προτροπή για
οικιακή παραγωγή (φωτοβολταϊκά πάνελ), αξιοποιώντας χρηματοδοτικά εργαλεία.
Στόχος είναι η σταδιακή στροφή της περιοχής στην πράσινη ενέργεια και η
επίτευξη σχετικής ενεργειακής αυτονομίας του Δήμου.
6.
Αποτελεσματική διαχείριση των απορριμμάτων εντός του
Δήμου, με πρωτοβουλίες ενίσχυσης της ανακύκλωσης, της διαλογής στην πηγή, της
κομποστοποίησης για τη μείωση των οικιακών απορριμμάτων. Παράλληλα, χρειάζονται
πιέσεις ως προς τη συνολική διαχείριση των απορριμμάτων σε επίπεδο Περιφέρειας,
ώστε η όποια μονάδα επεξεργασίας να μην συνεχίσει να επιβαρύνει την περιοχή
μας.
7.
Εφαρμογές έξυπνης πόλης και ψηφιακός μετασχηματισμός, με στόχο την
αναβάθμιση των υπηρεσιών του Δήμου και τη μείωση των λειτουργικών εξόδων του,
με οφέλη ανά κάτοικο.
Όλα τα παραπάνω
μπορούν άμεσα ή έμμεσα να μειώσουν το περιβαλλοντικό και ενεργειακό αποτύπωμα
του Δήμου, με εμφανή οφέλη για την κοινότητα. Λιγότεροι ρύποι, λιγότερο
καυσαέριο, πιο καθαρός αέρας, λιγότεροι θόρυβοι, ενίσχυση χώρων πρασίνου,
εξοικονόμηση πόρων με οφέλη ανά κάτοικο, καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας,
σταδιακή επίτευξη σχετικής ενεργειακής αυτονομίας.
<…>
<…>
<…>
Πρόταση για
εκθεσιακό – συνεδριακό κέντρο
Για την
βιομηχανική ζώνη, η πρόταση αφορά στη δημιουργία ενός κλιματικά ουδέτερου
(μηδενικών ρύπων) εκθεσιακού κέντρου (του πρώτου στην περιοχή της
νοτιοανατολικής Μεσογείου) στην συνολική έκταση των «λιπασμάτων». Τέτοιος
χώρος, έτσι κι αλλιώς λείπει από την ευρύτερη περιοχή, καθώς ούτε ο γειτονικός
Πειραιάς διαθέτει. Ένα εκθεσιακό κέντρο θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας, ενώ θα
αξιοποιήσει στο έπακρο την δυναμικότητα και την μοναδική θέση της περιοχής των
λιπασμάτων, που αποτελεί το «παράθυρο» της πόλης στον Αργοσαρωνικό. Με βιοκλιματικές
εγκαταστάσεις μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης, εναρμονισμένες με την πιο
σύγχρονη ευρωπαϊκή νομοθεσία, τα Λιπάσματα θα αποτελούν πρότυπο αλλαγής και
βιώσιμης ανάπτυξης της περιοχής. Στις εγκαταστάσεις τους θα περιλαμβάνονται
επιπλέον ξενοδοχειακοί χώροι, πλήρως εναρμονισμένοι με το περιβάλλον, για την
φιλοξενία επισκεπτών και την υποστήριξη του εκθεσιακού κέντρου αλλά και κέντρα
νεοφυούς επιχειρηματικότητας για όσες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην
περιβαλλοντική καινοτομία. Θα υπάρχουν σαφώς προκαθορισμένοι χώροι πρασίνου,
γήπεδα και ανοιχτοί χώροι άθλησης για να δώσουν πραγματική ανάσα στην πόλη. Η
πρόταση περιέχει την αξιοποίηση των διατηρητέων κτισμάτων με αρχιτεκτονική και
ιστορική αξία, καθώς και ανάδειξη των αρχαιολογικών ευρημάτων και της ιστορικής
και πολιτισμικής κληρονομιάς της περιοχής, όπως με την ανάδειξη του ταφικού
Μνημείου του Θεμιστοκλή.
<…>
Το όρος Αιγάλεω
χαρακτηρίστηκε ως τόπος χρήζων ειδικής προστασίας, λόγω φυσικού κάλλους, με την
αριθ.25638/1969 Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ669/τ.Β/ 30.11.1968 &
ΦΕΚ236/τ.Β/04.04.1969). Στη συνέχεια, τέθηκε σε καθεστώς προστασίας με το άρθρο
21 του Ν.2742/99 (ΦΕΚ207/Α/7.10.1999), με το οποίο καθορίστηκαν τα όρια των
ζωνών προστασίας του, οι χρήσεις και όροι δόμησης σε αυτές. Στο όρος Αιγάλεω
προτείνεται ολιστική μελέτη που θα συμπεριλαμβάνει την εξυγίανση του υπεδάφους
από τοξικά μέταλλα και ραδιενεργά στοιχεία (όπως του φωσφογύψου που βρίσκεται
στο όρος Αιγάλεω και στο υπέδαφος των «λιπασμάτων» Δραπετσώνας λόγω παράνομων
εναποθέσεων από παλαιότερες δραστηριότητες).
Απαιτείται
επίσης, σημαντική περιβαλλοντική αντιστάθμιση με δενδροφυτεύσεις και χώρων
πρασίνου. Παράλληλα, με την ανάπλαση του όρους Αιγάλεω, οι δράσεις αυτές θα
συμβάλλουν ουσιαστικά στην αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των κατοίκων, ενώ
είναι δεδομένο ότι θα βελτιωθεί το μικροκλίμα και η ποιότητα της ατμόσφαιρας
και του περιβάλλοντος της περιοχής. Η δράση αυτή καθίσταται ακόμη πιο χρήσιμη
αν αναλογιστεί κανείς τις τεράστιες ποσότητες νερού που εκβάλλονται
αναξιοποίητες στην θάλασσα από την μονάδα επεξεργασίας της Ψυττάλειας. Το νερό
αυτό μπορεί κάλλιστα να αξιοποιηθεί για την άρδευση μελλοντικών χώρων πρασίνου,
καθιστώντας την πρόταση ολοκληρωμένη, περιβαλλοντικά βιώσιμη και πρωτοποριακή,
ως προς τις υπάρχουσες τάσεις επαναχρησιμοποίησης και περιβαλλοντικής
στρατηγικής. Επιπλέον, ο παλιός χώρος της ΔΕΗ, 40 στρεμμάτων, δίπλα από τις
εγκαταστάσεις της Cosco, ο οποίος χαρακτηρίστηκε κατοικία στο νέο πολεοδομικό
σχέδιο, αντί για χώρος πρασίνου, προτείνουμε να αποδοθεί στον Δήμο και στους
κατοίκους τους και να αποτελέσει στο πλαίσιο της ανάπλασης που προτείνουμε έναν
αμιγή χώρο πολιτισμού, με μουσείο ιστορίας εθνικής αντίστασης.
<…>
Στο πλαίσιο της
συνολικής πρότασης ανάπλασης, προτείνεται ο Δήμος να συστήσει μία ενεργειακή
κοινότητα, η οποία θα αναλάβει να προχωρήσει στην παραγωγή καθαρής ηλεκτρικής
ενέργειας. Μέρος αυτής θα καλύπτει τις ανάγκες των δημοτικών καταναλώσεων,
συνεισφέροντας στο όραμα της κλιματικής ουδετερότητας. Το μεγαλύτερο όμως μέρος
της καθαρής ενέργειας που θα παράγεται, θα διαμοιράζεται δωρεάν στους
ενεργειακά φτωχούς πολίτες της, που το έχουν περισσότερο ανάγκη.
<…>
<…>
Οι δρόμοι της
γειτονιάς
Το Κερατσίνι και
η Δραπετσώνα, όπως και κάθε πόλη, αποτελούν τόπο ζωής και συνεπώς οφείλουν να
έχουν κάποιες στοιχειώδεις ποιότητες περιβάλλοντος. Σε κάθε γειτονιά πρέπει να
αναπτύσσονται ανθρώπινες συνθήκες ζωής και οι δρόμοι να είναι τόπος παραμονής
και παιχνιδιού. Στους δρόμους γειτονιάς το αυτοκίνητο εισέρχεται με μικρή
ταχύτητα και μόνο για να σταθμεύσει. Οι θέσεις στάθμευσης χωροθετούνται πιο
ελεύθερα και αποτελούν εμπόδια για την ευθεία και άρα ταχεία κίνηση των
αυτοκινήτων. Με τον ίδιο τρόπο χωροθετούνται και οι χώροι παιχνιδιού και
πρασίνου. Βέβαια , για να υπάρχει διαχωρισμός ανάμεσα στις διάφορες χρήσεις του
δρόμου, χρησιμοποιούνται διαφορετικά υλικά επίστρωσης. Ο επιφανειακός τάπητας
αποκτά υφή και σύνθεση χρωμάτων πιο φιλικές στον πεζό σε σχέση με τη μονοτονία
της ασφάλτου.
Προστασία του
δρόμου από μεγάλη κυκλοφοριακή ροή
Όταν ο στόχος
είναι η προστασία μιας γειτονιάς χρησιμοποιούνται ορισμένοι περιμετρικοί
δρόμοι, οι οποίοι αναβαθμίζονται κυκλοφοριακά και προσελκύουν τα αυτοκίνητα,
που πριν διέρχονταν διαμπερώς από τη γειτονιά. Αυτή είναι η λογική του
δακτυλίου, ο οποίος είναι συνήθως πολυγωνικής χάραξης και περιβάλλει μια
πολεοδομική ενότητα και την προστατεύει. Υπάρχουν δύο προϋποθέσεις που πρέπει
να ισχύουν για να είναι αποτελεσματικός ο δακτύλιος: α) το αυτοκίνητο να
κινείται ταχύτερα στο δακτύλιο σε σχέση με τους δρόμους που βρίσκονται στο
εσωτερικό της περιοχής που περιβάλλει, και β) τα κυκλοφοριακά χαρακτηριστικά
κατά μήκος του δακτυλίου να παραμένουν σταθερά. Ο δακτύλιος πρέπει να έχει
σταθερά γεωμετρικά και κυκλοφοριακά χαρακτηριστικά. Η δεύτερη μέθοδος είναι η
διαμόρφωση των δρόμων γειτονιάς, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μειώνονται
υποχρεωτικά οι ταχύτητες διέλευσης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί, είτε με τη
διαπλάτυνση των πεζοδρομίων στην είσοδο του δρόμου ή και σε όλο το μήκος του,
είτε με τεθλασμένη χάραξη των κρασπέδων, ώστε ο διάδρομος κυκλοφορίας των
οχημάτων να μην είναι ευθύγραμμος. Επιπλέον, υιοθετούνται πολιτικές μετατροπής
του οδικού δικτύου γειτονιάς σε ένα λαβύρινθο, μέσω μονοδρομήσεων.
(υπάρχουν και
συγκεκριμένες προτάσεις για δημιουργία δακτυλίων)
Ενίσχυση
δημόσιας συγκοινωνίας
Σήμερα, στόχος
κάθε πόλης είναι οι μεταφορές να έχουν ελάχιστες επιπτώσεις στο περιβάλλον και
την ποιότητα ζωής. Οι μεταφορές λοιπόν πρέπει να στηρίζονται στη δημόσια
συγκοινωνία, το ποδήλατο, το περπάτημα και τους φιλικούς στο περιβάλλον
τρόπους. Τα υπόλοιπα μέσα πρέπει να λειτουργούν συμπληρωματικά, εκεί όπου τα
πρώτα υστερούν, όπως για παράδειγμα στα προάστια.
Ένα Βιώσιμο
Σύστημα Συνδυασμένων Μετακινήσεων χαρακτηρίζεται από εντατικότερη χρήση των
μέσων των φιλικών στο περιβάλλον και ιδίως όσων καταναλώνουν λίγη ή καθόλου
ενέργεια, όπως το ποδήλατο, προώθηση νέων τεχνολογιών με έμφαση στην
τηλεματική, που είναι απαραίτητη για να μπορούν να εκτελούν συνδυασμένες
μετακινήσεις, βελτίωση των συνθηκών για το περπάτημα και γενικότερα της
αισθητικής της πόλης, προώθηση υψηλής ποιότητας δικτύων δημόσιας συγκοινωνίας, δημιουργία
εύκολα προσπελάσιμων σταθμών μετεπιβίβασης από το ιδιωτικό αυτοκίνητο στη
δημόσια συγκοινωνία και εφαρμογή πολεοδομικών πολιτικών ως προς την πυκνότητα
και ως προς την κατανομή των χρήσεων γης, έτσι ώστε να διευκολύνεται η χρήση
της δημόσιας συγκοινωνίας και των φιλικών προς το περιβάλλον μέσων. Συνεπώς,
χρειάζονται ορισμένες παρεμβάσεις, έτσι ώστε η δημόσια συγκοινωνία να γίνει πιο
ελκυστική στους κατοίκους.
Ο ΟΑΣΑ οφείλει
να αναδιαρθρώσει το λεωφορειακό δίκτυο, μετά από συνεργασία με τους δήμους της
Περιφερειακής Ενότητας Β’ Πειραιά, και με βάση νέα αρχιτεκτονική για την πλήρη
εκμετάλλευση του δικτύου μέσων σταθερής τροχιάς και του αυξημένου αριθμού
διαθέσιμων λεωφορείων. Προτείνεται η χωροθέτηση των στάσεων λεωφορείων σε
ικανοποιητική απόσταση μεταξύ τους, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται αύξηση της
λειτουργικής ταχύτητας. Επιπρόσθετα, οι στάσεις θα πρέπει να έχουν υπόστεγο με
αναρτημένο πίνακα δρομολογίων και καλό φωτισμό τις νυχτερινές ώρες, έτσι ώστε
να προσφέρουν ασφαλή παραμονή στους επιβάτες.
Επιπλέον, o
ρόλος της δημοτικής συγκοινωνίας δεν θα πρέπει να είναι ανταγωνιστικός έναντι
των υπόλοιπων μέσων μαζικής μεταφοράς, αλλά συμπληρωματικός. Με τις γραμμές της
δημοτικής συγκοινωνίας θα πρέπει να εξυπηρετείται η μετακίνηση των κατοίκων από
τους σταθμούς των ΜΜΜ στις γειτονιές του δήμου, αποφεύγοντας με αυτόν τον τρόπο
τη χρήση του αυτοκινήτου. Προτείνεται λοιπόν η πύκνωση των γραμμών της
δημοτικής συγκοινωνίας. Τα δρομολόγια είναι σχετικά αραιά, αφού
πραγματοποιούνται ανά μισή ώρα. Προτείνεται η πραγματοποίηση των δρομολογίων
ανά είκοσι λεπτά, από τις 7 το πρωί έως τις 10 το βράδυ, έτσι ώστε να καλύπτει
τις ανάγκες των κατοίκων καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας.
Τέλος, κρίνεται
σκόπιμο να ασκηθούν όλες οι δυνατές πολιτικές από τη μεριά του δήμου έτσι ώστε
να προγραμματιστούν το συντομότερο δυνατόν οι εργασίες που σχετίζονται με την
κατασκευή σταθμού ΜΕΤΡΟ στο Κερατσίνι, καθώς και γραμμής ΤΡΑΜ που να συνδέει
την περιοχή με το Πέραμα.
Χρήση του
ποδηλάτου & κίνηση των πεζών
Το ποδήλατο
αποτελεί ένα ήπιο μηχανικό μέσο μετακίνησης, φιλικό στο περιβάλλον και
ταυτόχρονα οικονομικό. Επιπρόσθετα, αποτελεί έναν πολύ καλό τρόπο άσκησης για
όλες τις ηλικίες. Η παρουσία του ποδηλάτου στην πόλη, όχι μόνο σαν τρόπος
παιχνιδιού, αλλά και σαν μέσο μετακίνησης αποτελεί σημαντικό σημάδι πολιτισμού.
Αντίθετα, η απουσία του συνιστά ένα δείγμα πολιτιστικής παρακμής.
Δύο είναι τα
βασικότερα κίνητρα για την ενίσχυση της χρήσης του ποδηλάτου:
ü Η εξασφάλιση
συνθηκών κίνησης χωρίς κινδύνους.
ü Η ένταξη και του
ποδηλάτου σε ένα συνολικό σύστημα συνδυασμένων μετακινήσεων στην πόλη.
Το ποδήλατο
μπορεί να κινείται ταυτόχρονα με το αυτοκίνητο μόνο σε δρόμους ήπιας
κυκλοφορίας, εκεί όπου οι ταχύτητες κίνησης είναι αρκετά χαμηλές. Σε δρόμους
που εξυπηρετούν μεγαλύτερες κυκλοφοριακές ροές, το ποδήλατο πρέπει να κινείται
προστατευμένα σε δική του λωρίδα. Το ποδήλατο είναι ιδιαίτερα χρήσιμο για
μετακινήσεις μικρού και μέσου μήκους, και ιδιαίτερα για μετακινήσεις μεταξύ του
κέντρου και των ισχυρών πόλων έλξης, όπως είναι τα σχολεία, οι αθλητικές
εγκαταστάσεις και τα πάρκα.
Ο μεγαλύτερος
στόχος για τη βιωσιμότητα μιας πόλης είναι η πλειονότητα των μετακινήσεων να
πραγματοποιούνται με τα πόδια. Το περπάτημα αποτελεί έναν από τους καλύτερους
τρόπους άσκησης για όλες τις ηλικίες, είναι προϋπόθεση υγείας, δίνει ελευθερία
και ανεξαρτησία στις μετακινήσεις και έχει μηδενικό κόστος. Η πόλη πρέπει να
είναι προσπελάσιμη από όλους. Οφείλει να παρέχει τις κατάλληλες συνθήκες για
περπάτημα στους κατοίκους της, τους επισκέπτες, τα παιδιά και τα άτομα με
ειδικές ανάγκες. Σε αντίθεση με τους χρήστες του αυτοκινήτου, οι οποίοι δεν
έρχονται σε άμεση επαφή με το χώρο, οι πεζοί ζουν το περιβάλλον της διαδρομής.
Ο σχεδιασμός της κίνησης του πεζού δεν περιορίζεται μόνο στη διασφάλιση ενός
ελεύθερου διαδρόμου κίνησης, αλλά ταυτίζεται με την κατασκευή ενός κατάλληλου
χώρου, μέσω της επιλογής κατάλληλων υλικών και συνοδευτικού εξοπλισμού, όπως
καθιστικά, στέγαστρα, φωτιστικά και πράσινο.
Προτείνεται η
δημιουργία ενός δικτύου πεζοδρόμων (πράσινη διαδρομή) σε διάφορα σημεία του
δήμου. Η επιλογή των αξόνων που θα πεζοδρομηθούν έγινε λαμβάνοντας υπόψη τις
χρήσεις γης που εξυπηρετούν (αθλητικές εγκαταστάσεις, σχολεία, χώροι πρασίνου
κτλ.). Κύριος στόχος της δημιουργίας πεζοδρόμων είναι η προστασία των κέντρων
από τις συνεχείς ροές αυτοκινήτων και η αισθητική βελτίωση των περιοχών.
Ιδιαίτερα για τους μαθητές του δήμου, θα ήταν ιδανικό να μπορούν να πηγαίνουν
στο σχολείο με το ποδήλατο ή περπατώντας, αποφεύγοντας τη χρήση των υπόλοιπων
μέσων μετακίνησης. Με τον τρόπο αυτό, η διαδρομή από και προς το σχολείο θα
μετατρεπόταν σε έναν ευχάριστο περίπατο, μια ευκαιρία για βόλτα και θα
αποτελούσε σίγουρα ένα ενεργό κομμάτι της ημέρας τους.
Επιπρόσθετα,
είναι επιτακτική η ανάγκη για βελτίωση των πεζοδρομίων στους υπόλοιπους οδικούς
άξονες του δήμου. Σήμερα τα πεζοδρόμια είναι αρκετά στενά και παρουσιάζουν
αρκετά φυσικά (δέντρα) και τεχνητά (μηχανές) εμπόδια, ενώ σε ορισμένες
περιπτώσεις τα πεζοδρόμια είναι ανύπαρκτα. Χρειάζεται η ανακατασκευή και
δημιουργία πεζοδρομίων σε όλη την έκταση του δήμου. Ταυτόχρονα, μπορεί να
βελτιωθεί αισθητικά η εικόνα των δρόμων με τη φύτευση δέντρων και παρτεριών στα
πεζοδρόμια, όπου αυτό είναι δυνατό.
Όπως
προαναφέρθηκε, το ποδήλατο είναι ένα ήπιο μέσο μετακίνησης , το οποίο
καταναλώνει τόσο κατά την κίνησή του, όσο και κατά τη στάθμευσή του ελάχιστο
χώρο. Σε όλη την έκταση του Δήμου, τα πλάτη των δρόμων είναι πολύ μικρά και
συνεπώς δεν ήταν δυνατή η κατασκευή ποδηλατοδρόμου. Ύστερα από τις
κυκλοφοριακές ρυθμίσεις που προτείνονται, οι ποδηλάτες θα έχουν τη δυνατότητα
να κινούνται στο δίκτυο πεζοδρόμων, που αναφέρεται παραπάνω. Επιπλέον, τα
μορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής είναι ελκυστικά για τους ποδηλάτες,
καθώς δεν παρουσιάζονται μεγάλες υψομετρικές διαφορές.
<…>
Προτάσεις
γενικής χρήσης γης
Προτείνεται η
χωροθέτηση των εξής Γενικών Χρήσεων Γης:
A.
Περιοχή Πολεοδομικού Κέντρου – Κεντρικών Λειτουργιών
Πόλης – Τοπικού Κέντρου Συνοικίας – Γειτονιάς
B.
Περιοχή Γενικής Κατοικίας
C.
Περιοχή Αμιγούς Κατοικίας
D. Περιοχή Μη
Οχλούσας Βιομηχανίας – Βιοτεχνίας- Βιομηχανικού και Βιοτεχνικού Πάρκου
Πιο
συγκεκριμένα, το Πολεοδομικό Κέντρο, το οποίο χωροθετείται στο
ιστορικό-διοικητικό κέντρο της πόλης του Κερατσινίου επεκτείνεται και
οριοθετείται μεταξύ των οδών Αλέξανδρου Παπαναστασίου, Μικράς Ασίας, Σμύρνης,
Περικλέους, Αυξεντίου-Παλληκαρίδη, Αδριανουπόλεως και Λεωφόρου Δημοκρατίας.
Ακόμη, οι προτεινόμενες από τα ΓΠΣ χρήσεις τοπικού κέντρου διατηρούνται. Στα
Οικοδομικά Τετράγωνα που βρίσκονται γύρω από τους μεγάλους οδικούς άξονες προτείνεται
η χρήση της «Γενικής Κατοικίας». Επιπλέον, στις εσωτερικές περιοχές των
δακτυλίων, οι οποίοι αναφέρονται στο προηγούμενο κεφάλαιο, προτείνεται η χρήση
της «Αμιγούς Κατοικίας». Στην περιοχή που προτείνεται να ενταχθεί στο σχέδιο
πόλης, η οποία βρίσκεται στο βόρειο άκρο του δήμου, στην Πολεοδομική Ενότητα
Αγίου Μηνά δίνεται η χρήση της «Αμιγούς Κατοικίας».
Όροι δόμησης
Ο Συντελεστής
Δόμησης (Σ.Δ.) του 2,6 είναι ένας από τους υψηλότερους που ισχύουν σε
περιφερειακούς Δήμους της Αττικής. Η λογική ενός τόσο υψηλού συντελεστή δόμησης
στηριζόταν στην εκμετάλλευση των πολύ μικρών οικοπέδων που υπήρχαν στην περιοχή
από του χαμηλού εισοδήματος ιδιοκτήτες τους. Οι περισσότεροι εκμεταλλεύτηκαν τα
πολύ μεγάλα ύψη κατά ΓΟΚ (26 μέτρα για Σ.Δ. 2,6) και έτσι σήμερα υπάρχουν
κτίρια 7, ακόμη και 8 ορόφων. Η αισθητική υποβάθμιση είναι έντονη, ενώ αρνητικά
επηρεάζεται και η ζωή των κατοίκων. Ο Δήμος δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε μία
τόσο μεγάλη πυκνοκατοίκηση. Οι χώροι πρασίνου, οι πλατείες, οι κοινωνικές
υποδομές και εγκαταστάσεις δεν επαρκούν. Στο πλαίσιο της εργασίας αυτής
προτείνεται η μείωση του Σ.Δ. από 2,6 σε 1,8 και η μείωση του ύψους από 26 σε
19 μέτρα.
<…>
·
Πρόσβαση στα Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια του Υπουργείου
Περιβάλλοντος, όλα χρηματοδοτούμενα από το Ταμείο Ανάκαμψης, ώστε να
υλοποιηθούν μελέτες πολεοδομικές, χωροταξικές, περιβαλλοντικών επιπτώσεων,
συγκοινωνιακές και χρήσης γης.
·
Προτεραιότητα του Δήμου στο Πρόγραμμα Ηλέκτρα ή
μελλοντικά αντίστοιχα προγράμματα για την αναβάθμιση δημόσιων κτιρίων.
·
Προτεραιότητα των κατοίκων του Δήμου στα προγράμματα Εξ’
Οικονομώ, για την ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών.
<…>
1.
Καμάς Π., Δούκας Χ., 2020. Ολοκληρωμένη πρόταση Κινήματος
Αλλαγής για αναπλάσεις στο Δήμο Κερατσινίου – Δραπετσώνας.
2.
ΑΠΘ, 2020. Αξιολόγηση υφιστάμενων μετρήσεων δυσοσμίας
στους Δήμους Ελευσίνας & Κερατσινίου – Δραπετσώνας, Τελική Έκθεση
Ερευνητικού Έργου.
3.
Καραμολέας Χ., Σιόλας Α., 2012. Πολεοδομική Διερεύνηση
και Προοπτικές του Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας, Διπλωματική Εργασία.
4.
Τσάδαρη Σ., 2008. Μεταλλαγές του αστικού χώρου της
Αθήνας – Η Δραπετσώνα ως μελέτη περίπτωσης.
5.
Αραβαντινός Α., 2007, Εκδόσεις Συμμετρία, Αθήνα. Πολεοδομικός
Σχεδιασμός για μία βιώσιμη ανάπτυξη του αστικού χώρου.
6.
Παπαγιάννης Θ. και συνεργάτες ΑΕΜ, 2005, Αθήνα. Ανάπτυξη
παραθαλάσσιας περιοχής Δραπετσώνας – Κερατσινίου, Πολεοδομική Μελέτη – Έκθεση
Α’ φάσης.
7.
Ιστοχώρος Δήμου Κερατσινίου – Δραπετσώνας: https://keratsini-drapetsona.gr/